Σχεδόν ένα χρόνο πριν, 27 Ιουνίου 2010, στην παρέμβασή μου στην πανελλαδική συνδιάσκεψη για την δημιουργία της ΔΗΜ.ΑΡ., σε μια προσπάθεια ιατροψυχοκοινωνικής προσέγγισης της ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας, είχα μιλήσει για την σημαντική παράμετρο, την οποία πρέπει να λάβουμε υπόψη αναλύοντας το παρόν, κατά την άποψή μου πάντα, και για να μπορέσουμε να συνεισφέρουμε θετικά στην διαμόρφωση μιας πολιτικής, η οποία σε βάθος χρόνο να επιφέρει τις απαιτούμενες αλλαγές τις οποίες έχει ανάγκη η χώρα ώστε να μπορέσει να πάρει μια θέση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Έλεγα λοιπόν:
«««…η ελληνική κοινωνία είναι μία κοινωνία ναρκισσιστική…
Γίνεται πολύς λόγος με καθαρά οικονομικούς όρους. Π.χ. για τον κίνδυνο «της σπειροειδούς οικονομικής ύφεσης».
Δεν δίνεται όμως, κατά την άποψή μου, η δέουσα προσοχή «στην σπειροειδή αυτοκαταστροφική διαταραχή προσωπικότητας», η οποία φαίνεται ότι έχει προσβάλει την ελληνική κοινωνία.
Η Ελλάδα ίσως δεν πρόκειται να χάσει τη μάχη απέναντι στο μέγεθος του χρέους της.
Η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει τη μάχη απέναντι στη νοσούσα νοοτροπία του λαού της.
Επειδή πολύ απλά, η ελληνική κοινωνία είναι μία κοινωνία ναρκισσιστική, με την έννοια ότι ακολουθεί κατά γράμμα τα μοτίβα συμπεριφορών ατόμου, το οποίο πάσχει από ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας.
Από όλες τις κατηγορίες ναρκίσσων μάλιστα, η κοινωνία μας ανήκει στην πιο επικίνδυνη. Σε αυτή των αποτυχημένων ναρκίσσων.
Ενώ ένας επιτυχημένος νάρκισσος μπορεί να είναι λίγο πολύ σταθερή προσωπικότητα, καθώς το “Χάσμα Μεγαλειότητάς” του (βαθμός απόκλισης της φανταστικά μεγαλειώδους αυτοαντίληψής του, από το πραγματικό μέγεθος των προσωπικών του επιτευγμάτων) διατηρείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, οι αποτυχημένοι νάρκισσοι μπορούν να αποδειχτούν αρκετά προβληματικές προσωπικότητες.
Στερημένοι της αναγνώρισης και του θαυμασμού που τόσο λαχταρούν – και πιστεύουν ότι αξίζουν, περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους υπό συνθήκες κατάθλιψης και αυτοτυρράνιας, αδυνατώντας παράλληλα να αναγνωρίσουν την ευθύνη των πράξεών τους.
Αντί να αναγνωρίσουν την ευθύνη των πράξεών τους, επιλέγουν κατά κανόνα μία στάση θύματος – «ταλαίπωρου Έλληνα».
Έτσι ο μέσος Έλληνας μπροστά στο πρόσωπο της αποτυχίας, δεν αναγνωρίζει ότι και αυτός έκανε λάθη, δεν παραδέχεται ότι και αυτός υπήρξε υπεύθυνος.
Αντί αυτού, επιλέγει να κατευθύνει αυτές τις κατηγορίες αποκλειστικά προς άλλους. Κατηγορεί την Κυβέρνησή του και τις Κυβερνήσεις πριν από αυτήν.
Κατηγορεί την Ευρωζώνη και την Μέρκελ.
Καταπιάνεται παθιασμένα με την κατασκευή αναρίθμητων θεωριών συνομωσίας, τοποθετώντας την κάθε δύναμη και παράγοντα που μπορεί να σκεφτεί, σε ένα φαντασιακό σκοτεινό παιχνίδι που ως υπέρτατο στόχο του δεν έχει τίποτα άλλο παρά την καταστροφή του.
Είναι σαν βγήκε από το βιβλίο του Dr. Vaknin “Malignant Self Love. Narcissism Revisited.”, ως τα πρώτα στάδια της αυτοκαταστροφικής σπειροειδούς ναρκισσιστικής συμπεριφοράς :
“Το Χάσμα Μεγαλειότητας (του αποτυχημένου ναρκίσσου) μεγαλώνει. Το ολοένα και αυξανόμενο μέγεθός του αρχίζει να απειλεί τον προσεκτικά στημένο πύργο από τραπουλόχαρτα πού συνθέτει την ναρκισσιστική προσωπικότητα. Τότε ο νάρκισσος καταφεύγει στην αυταπάτη. Αδυνατώντας να αγνοήσει, απολύτως, δεδομένα και απόψεις που αμφισβητούν το «μεγαλείο» του, τα παρακάμπτει. Ανίκανος να αντιμετωπίσει το γεγονός της αποτυχίας του, αρχίζει να αποσύρεται σταδιακά από την πραγματικότητα. Για να απαλύνει τον πόνο της απομυθοποίησης του ιδίου του εαυτού, χορηγεί στην πάσχουσα ψυχή του ένα μίγμα ψεμάτων, διαστρεβλώσεων, ημι-αληθειών και εξωπραγματικών ερμηνειών των γεγονότων γύρω του.”
Νομίζω ότι συμφωνούμε στο ότι έχουμε ένα Αυξανόμενο εχθρικό λειτουργικό περιβάλλον από ταχέως κλιμακούμενη αναταραχή.
Η εικόνα μίας ελληνικής κοινωνίας να κινείται όλο και βαθύτερα στο σπιράλ μιας αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς..
Μία εικόνα ήδη ζωγραφισμένη από τον Dr. Vankin στο άρθρο του: “The Delusional Way Out. The Narcissist’s Reactions to Deficient Narcissistic Supply.” :
“Αυτοί (οι αποτυχημένοι νάρκισσοι), εκρήγνυνται σε απρόκλητες εκδηλώσεις αγανάκτησης, οργής, κατηγοριών και καταδίκης. ... Θερίζουν φόβο, μίσος και κακεντρεχή φθόνο. Επιτίθενται στους ανεμόμυλους της πραγματικότητας – ένα αξιολύπητο, οικτρό θέαμα. Αλλά συχνά προκαλούν πραγματική και μακροχρόνια ζημιά – ευτυχώς, κυρίως στους εαυτούς τους.”
Φίλοι και φίλες,
Σε αυτή τη σκοτεινή εικόνα, ελπίδα για αλλαγή θα μπορούσε να έρθει μόνο εκ των έσω.
Κάθε εξωτερική βοήθεια είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά θα μπορούσε μάλιστα να κάνει τα πράγματα χειρότερα, για όσο διάστημα η κοινωνία-νάρκισσος δεν δέχεται την ύπαρξη της εσωτερικής της παθογένειας και την ανάγκη της για αλλαγή.
Είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα με το να προσπαθείς να βοηθήσεις έναν αλκοολικό, ο οποίος δεν έχει συνειδητοποιήσει την αρρώστιά του, δίνοντάς του χρήματα. Θα πάει πολύ απλά να τα ξοδέψει στο επόμενο μπουκάλι βότκα.
Δεν ξέρω αν το πακέτο διάσωσης ήταν ευχή ή κατάρα για την Ελλάδα…
Μέχρι στιγμής έχω την αίσθηση ότι δεν συνειδητοποιούμε το πραγματικό μέγεθος της καταστροφής και το πακέτο διάσωσης από την τρόϊκα θα λειτουργήσει κάπως σαν να λέει “everything will be ok…”
Τίποτα πιο ταιριαστό, δηλαδή, για να θρέψουμε τις φαντασιακές μας ναρκισσιστικές παραισθήσεις, οι οποίες μας επιτρέπουν να συνεχίσουμε το δρόμο μας προς την άβυσσο, ώστε , όταν τελικά ακουστεί το αναπόφευκτο εγερτήριο, να βρούμε τον εαυτό μας σε πολύ χειρότερη μοίρα από ότι θα τον βρίσκαμε τον περασμένο Απρίλη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, λίγο νόημα έχει να συζητάμε για νούμερα και οικονομικές συνθήκες.
Για τους Έλληνες, το παιχνίδι ποτέ δεν παιζότανε στα νούμερα. Το παιχνίδι πάντα παιζότανε στη δύναμη του χαρακτήρα. Και σε παραπάνω από μία περιστάσεις, αναγκάσαμε την Ιστορία σε αναγνώριση των θαυμάτων για τα οποία είμαστε ικανοί, με τη δύναμη αυτή να δουλεύει στο πλευρό μας.
Δίνοντας μια μικρή σκέψη στα παραπάνω, και με παραπομπές στο κείμενο «Οξυρρύγχειοι Πάπυροι» 1, του Κ. Τσάτσου, ας πάρουμε ότι θα μας είναι χρήσιμο για την πορεία μας!!!... »»»
Αυτά έλεγα, λοιπόν στους φίλους, με τους οποίους αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε τον φορέα του «άλλου κόμματος» της «άλλης αριστεράς», της αριστεράς της ευθύνης, αυτήν που της δώσαμε τον τίτλο «Δημοκρατική Αριστερά».
Εξομολογητικά, θα μπορούσα να πω ότι δεν υποπτευόμουν πριν ένα χρόνο, ότι ο «αποτυχημένος νάρκισσος» θα επιβεβαίωνε για μια ακόμη φορά την παθολογία του με ένα πανόραμα συμπτωματολογίας.
Και όλα αυτά σε ένα κράτος οπερέτα, με έναν αντιπαραγωγικό και αδηφάγο, κατ΄ όνομα δημόσιο τομέα, μοντέλου σοβιετικού κρατισμού, στην υπηρεσία μιας συνδικαλιστικής νομεκλατούρας και συντεχνιακών συμφερόντων, και ένα κυρίαρχο κρατικοδίαιτο μονοπωλιακής μορφής σύμπλεγμα «εθνικών προμηθευτών και εθνικών κατασκευαστών» με τα κυρίαρχα ΜΜΕ και μέσα σε ένα κλίμα απύθμενης διαπλοκής και ρεμούλας και με ένα, κατά πλειοψηφία, απαξιωμένο πολιτικό προσωπικό.
Και η χώρα κατρακυλά προς τον ιστορικό της όλεθρο.
Και η ακροδεξιά κυριαρχεί στο παιχνίδι των πολιτικών εντυπώσεων με τις πιρουέτες του κ. Καρατζαφέρη και το θολό μήνυμα του ΛΑΟΣ, με απλοϊκό λόγο, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής και έστω και ελάχιστης αναγνώρισης των λαθών που διεπράχθησαν τα μεταπολιτευτικά χρόνια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας μας, και με την συμμετοχή, αν όχι της ολότητας, αλλά της συντριπτικής πλειοψηφίας του «κυρίαρχου λαού» και των εκπροσώπων του στα κόμματα, στη Βουλή και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, με την εξ ολοκλήρου μετατόπιση των ευθυνών στους άλλους.
Τροφοδοτείται έτσι η παθολογία της ναρκιστικής ελληνικής κοινωνίας σε μια στιγμή που η πραγματικότητα την θέτει στη θέση την οποία προσδιορίζουν το αποτέλεσμα της κοινωνικοπολιτικοοικονομικής διαχείρισης των τελευταίων δεκαετιών.
Και όπως αναφέρεται παραπάνω σε αυτό το άρθρο, έχουμε όλα τα δείγματα της συμπεριφοράς του αποτυχημένου νάρκισσου.
Καθώς το “Χάσμα Μεγαλειότητάς” (η συγκλονιστική απόκλιση της φανταστικά μεγαλειώδους αυτοαντίληψής του, από το πραγματικό μέγεθος των επιτευγμάτων) έφτασε σε σχετικά υψηλά επίπεδα, με την στην ουσία πτώχευση της χώρας και το ξύπνημα από την μακαριότητα του «περνάμε καλά» και «λεφτά υπάρχουν» και «…εμείς οι Έλληνες ξέρουμε να ζούμε και δεν είμαστε σαν τους κρύους βορειοευρωπαίους που είναι δουλειά-σπίτι …» στο «δεν υπάρχει σάλιο», «πρέπει να δουλεύουμε 40 ώρες την εβδομάδα και στο δημόσιο» «είμαστε στο μνημόνιο…η τρόϊκα μας λέει να κάνουμε αυτό και αυτό για να μας δώσουν λεφτά για να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις…»
Και επί ένα χρόνο είχαμε αντιδράσεις επαναστατικής γυμναστικής μερικών εκατοντάδων ή χιλιάδων εργαζομένων, κομματικών και συνδικαλιστικών επαγγελματικών στελεχών, «επαγγελματιών των διαδηλώσεων», τα γνωστά «ρετιρέ των εργαζομένων», τους «μπαχαλάκιδες», και τους «γνωστούς αγνώστους», οι οποίοι ή με την αφροσύνη τους ή σε διατεταγμένη υπηρεσία κατόρθωσαν να στερήσουν την ζωή των τριών εργαζομένων της Marfin.
Ταυτόχρονα στο υποβαθμισμένο κέντρο της Αθήνας, μέρος των άτυχων κατοίκων της περιοχής που δέχονταν συντονισμένη επίθεση της ρατσιστικής και χρυσαυγήτικης προπαγάνδας, αρχίζουν να δείχνουν συμπτώματα αλλοτρίωσης σε φασιστικές πρακτικές, νομιμοποιούν και στέλνουν την Χρυσή Αυγή στο Δημοτικό Συμβούλιο.
Και η Αστυνομία παρά τις όποιες μεταπολιτευτικές προσπάθειες εξανθρωπισμού και εκδημοκρατισμού της, όχι μόνον δείχνει συμπτώματα υποτροπής σε χωροφυλακίστικες συμπεριφορές της δεκαετίας του ΄60, δημιουργώντας εύλογες υπόνοιες για παρακρατικές συμπεριφορές και διασυνδέσεις, αλλά και μία γηπεδική χουλιγκανική νοοτροπία. Και στέλνει διαδηλωτές πολίτες στην εντατική μετά από άγριο ξυλοδαρμό με έντονα στοιχεία λυντσαρίσματος.
Η κατάρρευση της οικονομικής ζωής είναι πλέον γεγονός με την μεσαία τάξη να κινδυνεύει με εξαφάνιση. Η κοινωνική συνοχή δέχεται ισχυρά και πολύπλευρα κτυπήματα. Το πολιτικό προσωπικό οδηγείται, πολλές φορές ιδία ευθύνη, σε πλήρη απαξίωση και με τα κυρίαρχα ΜΜΕ να παίζουν ένα τουλάχιστον δυσνόητο, αν όχι ύποπτο ρόλο..
Το νεοελληνικό μοντέλο «ανάπτυξης» κατέρρευσε μέσα σε μια καθολική κρίση μόλις έκλεισαν οι κρουνοί του χρήματος των προγραμμάτων από την Ε.Ε και των δανειστών.
Η αποτυχημένη ναρκισσιστική ελληνική κοινωνία αντικρίζει ξανά την πραγματική της εικόνα μέσα από την θρυμματισμένη μεγαλοπρεπή αυτοεικόνα της. Η αναγνώριση και ο θαυμασμός που τόσο έχει ανάγκη και νομίζει ότι δικαιωματικά της αξίζει, την έκαναν να πιστεύει ότι της αξίζει, αντικαταστάθηκε από την διεθνή απαξίωση και χλεύη.
Και εγένετο «Πλατεία αγανακτισμένων». Δεκάδες έως και εκατοντάδες χιλιάδες κάτοχοι ή μη ελληνικής αστυνομικής ταυτότητας συγκεντρώνονται στις πλατείες των μεγάλων πόλεων της χώρας. Με διαδυκτιακό κάλεσμα, με εισαγόμενα πρότυπα και ετικέτες από την Ισπανία, αλλά σαφέστατα «εξελληνισμένα», αγανακτούν, θυμώνουν αλλά προπάντων φοβούνται.
Φοβούνται ότι δεν θα ξαναζήσουν τη ζωή που έμαθαν να ζουν. Αυτό το «νεοελληνικό μοντέλο ζωής» που η «Μεγαλοπρέπειά τους» θεωρούσε ότι δικαιούνται, τουλάχιστον στο όνομα των προγόνων και της συνεισφοράς αυτών στον δυτικό πολιτισμό, και έτσι πιστεύουν ότι έπρεπε να είναι, και όλοι οι ευρωπαίοι όφειλαν όχι μόνον να τους το αναγνωρίσουν αλλά και να τους προσφέρουν.
Για την μεγάλη πλειοψηφία της πλατείας, νομίζω ότι ο πυρήνας της όποιας αντίδρασης βασίζεται σ΄αυτόν τον μύθο, που καλλιεργήθηκε και καλλιεργείται με την ελληνική παιδεία, εντός και εκτός του επίσημου εκπαιδευτικού συστήματος, για πάρα πολλές γενιές. Και αισθάνεται αδικημένος που οι ευρωπαίοι επέβαλαν το μνημόνιο, το οποίο εμπεριέχει επώδυνες αλλαγές στο μοντέλο ζωής της χώρας, (άσχετα αν θα μπορούσε να είναι καλλίτερο αν η κυβέρνηση το είχε διαπραγματευτεί διαφορετικά) για να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν την λειτουργία αυτής της χώρας.
Και το άγνωστο φοβίζει την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, φυσιολογικό και ανθρώπινο. Όμως ο φόβος επιτείνει την σύγχυση του «αποτυχημένου νάρκισσου» και αυξάνει τον κίνδυνο να γίνει άκρως επικίνδυνος και αυτοκαταστροφικός.
Αν στο μούντζωμα του περιεχομένου της Βουλής υπήρχε και αυτομούντζωμα , για την ευθύνη του «αγανακτισμένου» ότι με την ψήφο του ή την αποχή του από τις εκλογές και την πολιτική συντέλεσε να είναι αυτό το περιεχόμενο της Βουλής, τότε θα υπήρχε ένα ελπιδοφόρο μήνυμα. Δυστυχώς όμως τέτοια δείγματα εξόδου από την παθολογία του νάρκισσου δεν διακρίνονται ακόμα.
Το μόνο, αλλά σημαντικό, θετικό είναι ότι οι Πλατείες είναι ακόμα ειρηνικές και οι όποιες μικροεκδηλώσεις οχλοκρατικής αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς με προπηλακισμούς κλπ δεν γενικεύονται. Παρά τις προσπάθειες ορισμένων κέντρων που επενδύουν στην αναμπουμπούλα.
Και αυτό είναι ελπιδοφόρο! Ίσως να μην ξετυλιχθεί στο σύνολό της η «σπειροειδή αυτοκαταστροφική συμπεριφορά του αποτυχημένου ναρκίσσου» όταν η πραγματικότητα τον βάζει στην δοκιμασία αναθεώρησης της αυτοεικόνας του.
Ίδωμεν !