«…όμορφη Αθήνα παν τα χρόνια εκείνα, παν τα χρόνια εκείνα τα παλιά…που δέναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα…» η καντάδα εποχής ίσως ξαναγίνει της μόδας στις παραλίες ανά την επικράτεια, συνοδεύοντας την αθερίνα και τον γαύρο που αντικαθιστά πλέον την αστακομακαρονάδα, την καραβιδόψυχα και το «…περνάω καλά, ...είμαι μια χαρά…» του δανειζόμενου πρασινογαλαζοκόκκινου νεοέλληνα, προνομιούχου ή μη…(Π. Κουτσοπίνης)
Tί ώρα είναι η κηδεία της παλιάς μας ζωής;
του Τάσου Φούντογλου από το aixmi.gr
Έχω την αίσθηση, λόγω και της επαγγελματικής μου διαστροφής, πως η κρίση που βιώνουμε σήμερα, πολύπλευρη κατά πως λένε και οι σεβαστοί ειδήμονες, αμφισβητεί με κάθε τρόπο τις ισορροπίες της ψυχής μας και μας σπρώχνει αργά και βασανιστικά στα περίφημα πέντε στάδια του θανάτου, της Elisabeth Ross. Στα στάδια, δηλαδή, εκείνα που περνάει η ψυχή του ασθενούς «άμα τη εμφανίσει» του θλιβερού μαντάτου: «Έχετε καρκίνο, κύριε».
Άρνηση. Θυμός. Διαπραγμάτευση. Κατάθλιψη. Αποδοχή. Δεν ξέρω αν η ταύτιση αρρώστιας και κρίσης δημόσιου χρέους είναι δόκιμη, ούτε αν οι αναλογίες που γεννά το διεστραμμένο μυαλό μου έχουν την όποια λογική βάση. Στο κάτω κάτω της γραφής δεν χάθηκε και ο κόσμος αν ο νους ενός παλαβιάρη γεννήσει μια ακόμα υπερβολή. Ειδικά στις μέρες που διανύουμε.
Με την αναγγελία της επικείμενης πτώχευσης έρχεται η άρνηση. Μα δεν είναι δυνατόν. Εμείς; Ο σκληρός πυρήνας της Ευρώπης; Η περήφανη και αξιοθαύμαστη Ελλάδα των Ολυμπιακών Αγώνων; Η χώρα της ανάπτυξης, της πλέριας αποκατάστασης της Ανδρεϊκού τύπου Δημοκρατίας (ή κομματοκρατίας, εδώ οι γνώμες διίστανται), του Σημιτικού εκσυγχρονισμού και της επανίδρυσης του κράτους από τον Καραμανλή τον νεότερο; Γάματα με κεφαλαία γράμματα δηλαδή, που τραγουδάει και ο Αντύπας. Δεν είναι δυνατόν. Κάποιο λάθος θα έγινε σίγουρα. Μα ναι. Αυτό είναι. Οι Ευρωπαίοι, οι αγορές, οι οίκοι αξιολόγησης και τα τραπεζικά τους συστήματα ευθύνονται για τη σημερινή μας κατάντια. Και το επαχθές του χρέους που το πας; Που πληρώνω ακόμα και σήμερα τόκους για τα δάνεια του προπάππου μου. Και να πεις πως μ’ άφησε και τίποτα ο γεροξεκούτης, πάει και έρχεται. Ένα παλιόσπιτο από πλινθιά στο χωριό και κάτι ξεροχώραφα στα πλαϊνά του όχθου. Ηθελα να’ ξερα τι τα έκανε τα δανεικά αυτός. Τουλάχιστον, εγώ πήρα και δύο τρία αυτοκίνητα γερμανικά, μια δεκάδα κυλότες γαλλικές, ένα διαμέρισμα με αλλοδαπά κουφώματα, κουζίνες, πλακάκια, ηχομονώσεις κτλ κτλ – κατά τα άλλα η οικοδομή ήταν ή ατμομηχανή της χώρας μου- και σπούδασα και δύο παιδιά. Τα δικά μου τα δανεικά σίγουρα έπιασαν τόπο εν αντιθέσει με τα δικά τους. Επαχθές χρέος, λοιπόν, κύριοι….
Ακολουθεί το στάδιο του θυμού. Το «όλοι μάζι τα φάγαμε», προμετωπίδα του πολιτικού κουτσαβακισμού εγκαινιάζει μέσα μας ως στάση ζωής και ως κυρίαρχη συμπεριφορά «το όλα και όλοι μου φταίνε». Μου φταίνε τα λαμόγια οι δημόσιοι υπάλληλοι που κούρνιασαν στην ασφάλεια του Δημοσίου. Μου φταίνε οι γιατροί που τα αρπάζουνε. Μου φταίνε οι εφοριακοί που λαδώνονται.